παρατεκτήναιτο

παρατεκτήναιτο
παρατεκταίνομαι
work into another form
aor opt mid 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • παρατεκταίνω — ΜΑ μσν. αρχ. ενεργώ κατά έναν άλλο τρόπο («οὐδέ κεν ἄλλως Ζεὺς παρατεκτήναιτο», Ομ. Ιλ.) αρχ. 1. (κυρίως σχετικά με ξύλο) μετασχηματίζω, δίνω άλλο σχήμα ή μορφή 2. μέσ. παρατεκταίνομαι αλλοιώνω, μεταβάλλω, πλάθω ψεύδη («αἶψά κε... ἔπος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”